Αγροτικά

Πρόταση για Σχολή Ελαίας & Ελαιολάδου

Πρόταση για Σχολή Ελαίας & Ελαιολάδου

Απουσία στοιχειώδους εκπαίδευσης στη χώρα μας παρά την 3η θέση μας στην παγκόσμια παραγωγή.

A-
A+
20/11/2017 | 10:00

Η πολιτική μας πρέπει να στραφεί όχι προς τις χαμηλές «ανταγωνιστικές» τιμές αλλά στα ποιοτικά ελαιόλαδα, τα οποία πρέπει να συνδεθούν με τα μοναδικά τοπικά διατροφικά ή ιστορικά δεδομένα μας (π.χ. κρητική διατροφή).

Η δημιουργία στη χώρα μας σχολής Ελαίας και Ελαιολάδου αλλά και η δημιουργία Ερευνητικού Ινστιτούτου Ελαιολάδου για τη μελέτη των ελληνικών ποικιλιών, κρίνεται αναγκαία αφού, όπως όπως  τονίζει ο δοκιμαστής και σύμβουλος ποιότητας ελαιολάδου Βασίλης Φραντζολάς  «η απουσία οποιασδήποτε, έστω στοιχειώδους εκπαίδευσης, σε όλες τις εκπαιδευτικές βαθμίδες, σχετιζόμενες με την παραγωγή ελαιολάδου, παρά την 3η θέση που κατέχουμε στην παγκόσμια παραγωγή του, συνιστά πλέον ενσυνείδητη εγκληματική αμέλεια, η οποία βαρύνει τους χειριζόμενους τις τύχες του ελληνικού ελαιολάδου τα τελευταία 30 χρόνια».

Ο κ. Βασίλης Φραντζολάς απέστειλε ανοιχτή επιστολή με αποδέκτη τον πρωθυπουργό Αλέξη Τσίπρα, εκφράζοντας τον προβληματισμό του για το παρόν και το μέλλον του «πράσινου χρυσού». Εκτός από την δημιουργία σχολής Ελαίας και Ελαιολάδου και τη δημιουργία Ερευνητικού Ινστιτούτου Ελαιολάδου για τη μελέτη των ελληνικών ποικιλιών, που προαναφέραμε, ο κ. Φραντζολάς προτείνει  κι άλλες παρεμβάσεις που θα πρέπει να υλοποιηθούν άμεσα από την Πολιτεία.

Επισημάνσεις

Ο κ. Φραντζολάς θεωρεί αναγκαία την αύξηση της κατανάλωσης ελαιολάδου στην εσωτερική αγορά, με έμφαση στο εξαιρετικό παρθένο ελαιόλαδο, η οποία έχει μειωθεί από το 1980 κατά 50%, με αποτέλεσμα την αλματώδη αύξηση κατανάλωσης των (αποδεδειγμένα) ανθυγιεινών σπορελαίων, γεγονός που έχει επιπτώσεις στην υγεία των καταναλωτών και στο κόστος της δημόσιας υγείας.

Παράλληλα καταρρίπτει τον μύθο ότι το 80% του παραγόμενου ελληνικού ελαιολάδου ανήκει στην ανώτερη κατηγορία εξαιρετικό παρθένο. «Η πραγματικότητα είναι ότι το ποσοστό αυτό -βάσει επίσημων στοιχείων- κυμαίνεται περί το 55%, ενώ μετά από ένα εξάμηνο, σαν εξαιρετικό παρθένο μπορεί να χαρακτηριστεί μόνο το 25% περίπου, λόγω οργανοληπτικών αλλοιώσεων που επέρχονται από τις μη κατάλληλες συνθήκες συντήρησής του» σημειώνει.

Τέλος, χαρακτηρίζει καταστροφική τυχόν στροφή πολιτικής προς χαμηλές «ανταγωνιστικές» τιμές και όχι προς τα ποιοτικά ελαιόλαδα, τα οποία πρέπει να συνδεθούν με τα μοναδικά τοπικά διατροφικά ή ιστορικά δεδομένα μας (π.χ. κρητική διατροφή).