επικαιρότητα

Αντιδρά το Εργατικό Κέντρο στον εμπαιγμό των Ξενοδοχοϋπαλλήλων

Αντιδρά το Εργατικό Κέντρο στον εμπαιγμό των Ξενοδοχοϋπαλλήλων

Ολόκληρη η ανακοίνωση

A-
A+
14/09/2018 | 16:58

Το Εργατικό Κέντρο Ηρακλείου , με αφορμή την Γενική Συνέλευση τoυ Σωματείου Ξενοδοχοϋπαλλήλων που πραγματοποιήθηκε με μεγάλη προσέλευση στο Εργατικό Κέντρο χθες το απόγευμα, καλεί την Κυβέρνηση να σταματήσει να παίζει με την αξιοπρέπεια των 15.000 και πλέον εργαζομένων του κλάδου.

Σε ανακοίνωση αναφέρεται:

Ένας κλάδος που οι εργαζόμενοι λιποθυμούν από την εντατικοποίηση της εργασίας , που η Κυβέρνηση τους στέρησε το εφάπαξ, που γέμισε τα ξενοδοχεία με ενώσεις προσώπων και μαθητευόμενους «άγνωστης» προέλευσης.

Το ποτήρι όμως πραγματικά ξεχειλίζει με την πρόθεση της Κυβέρνησης να κηρύξει ως υποχρεωτικές τις τοπικές συλλογικές συμβάσεις εργασίας των Χανίων, Λασιθίου και Ρόδου, αφήνοντας «έξω» την τοπική Συλλογική Σύμβαση Εργασίας των ξενοδοχοϋπαλλήλων του Νομού Ηρακλείου «πατώντας» στην αντιπροσωπευτικότητα.

Η εκδικητική αυτή όμως στάση της Κυβέρνησης απέναντι στους ξενοδοχοϋπαλλήλους του Νομού μας δεν σταματάει εδώ αφού παρά την δέσμευση της Υπουργού Τουρισμού για δημιουργία σχολής μετεκπαίδευσης στο Νομό δεν υλοποιήθηκε παρά μόνο στους νομούς Χανίων και Λασιθίου.

Καλούμε την Κυβέρνηση, την Υπουργό Εργασίας , τους Τοπικούς Βουλευτές του Ηρακλείου και ιδιαίτερα τους Κυβερνητικούς Βουλευτές μαζί και τον Πρωθυπουργό, να πάρουν θέση και να προβούν σε αυτές τις ενέργειες έτσι ώστε να σταματήσει αυτή η «ασέλγεια » εις βάρος τόσο των Ξενοδοχοϋπαλλήλων του Νομού μας όσο και του συνόλου των εργαζομένων.

Να σταματήσουν επιτέλους οι ψεύτικες υποσχέσεις, με την επαναφορά του κατώτατου μισθού στα 751 ευρώ, να σταματήσει η αλόγιστη μαθητεία προσαρμόζοντάς τη στα Ευρωπαϊκά πρότυπα, να σταματήσουν οι ανεξέλεγκτες μειώσεις των συνταξιούχων, η πρόθεση για μείωση του αφορολόγητου και επιτέλους να κριθούν όλες οι Συλλογικές Συμβάσεις Εργασίας ως υποχρεωτικές!

Οι εργαζόμενοι του Νομού μας δεν δικαιούνται να αντιμετωπίζονται από την Κυβέρνηση σαν εργαζόμενοι «δεύτερης» και «τρίτης» κατηγορίας.