Κρήτη

Υπό διάβρωση το 65,8% των ακτών της Κρήτης

Υπό διάβρωση το 65,8% των ακτών της Κρήτης

Κλιματική αλλαγή και βιαιές ανθρώπινες παρεμβάσεις.

A-
A+
20/10/2017 | 10:46

Τέταρτη στη λίστα με τις πιο διαβρωμένες ακτογραμμές της Ευρώπης βρίσκεται η Ελλάδα, με το 28,6% της ακτογραμμής να έχει υποστεί διάβρωση. Σε χειρότερη θέση βρίσκονται η Πολωνία (55%), η Κύπρος (37,8%) και η Λεττονία (32,8%). Σίγουρα η παράκτια διάβρωση δεν αφορά μόνο στην Ελλάδα. Όμως με δεδομένο ότι το ένα τρίτο της ευρωπαϊκής παράκτιας ζώνης βρίσκεται επί ελληνικού εδάφους, τα νέα στοιχεία περιγράφουν μια ακόμη πιο ζοφερή εικόνα.

Σύμφωνα με τα όσα παρουσίασε την Τετάρτη (σε ημερίδα του Τεχνικού Επιμελητηρίου Ελλάδας για τη διάβρωση των ακτών) ο διευθυντής του Εργαστηρίου Φυσικής Γεωγραφίας και καθηγητής Ωκεανογραφίας και Φυσικής Γεωγραφίας στο Πανεπιστήμιο Αθηνών κ. Σεραφείμ Πούλος, το μεγαλύτερο πρόβλημα αντιμετωπίζουν οι ακτές της Κρήτης και της Δυτικής Μακεδονίας, όπου το 65,8 % και το 45,1% των παραλιών βρίσκεται υπό διάβρωση.

Με άλλα λόγια έχει διαπιστωθεί οπισθοχώρηση της ακτογραμμής, δηλαδή απώλεια παράκτιας γης, η οποία έχει συντελεστεί είτε φυσιολογικά π.χ. λόγω τοπικών γεωλογικών και θαλάσσιων διεργασιών (π.χ. τεκτονική βύθιση, άνοδος στάθμης – κλιματική αλλαγή κλπ.), είτε τεχνητά από τον άνθρωπο (φράγματα ποταμών, τεχνικά έργα κλπ).

Σε κακή κατάσταση βρίσκονται και οι ακτογραμμές της Στερεάς Ελλάδας (39%), της Θεσσαλίας (36,7%), της Ηπείρου (33,8%), της Ανατολικής Μακεδονίας και Θράκης (31,9%), της Πελοποννήσου (26,3%), των νησιών του Ιονίου (24,4%), της Δυτικής Ελλάδας (23%), της Αττικής (22,6%), του Βορείου Αιγαίου (17,6%) και του Νοτίου Αιγαίου (14,7%).

«Η διάβρωση των ακτών μας είναι ένα πρόβλημα, για το οποίο ναι μεν γίνονται πολλές εκδηλώσεις και πολλές συζητήσεις, αλλά όμως σοβαρά δεν το έχουμε αντιμετωπίσει στη χώρα και γίνονται αποσπασματικά κάποιες ενέργειες και παίρνονται αποσπασματικά κάποιες πρωτοβουλίες» είπε ο Πρόεδρος του ΤΕΕ, Γιώργος Στασινός, επισημαίνοντας ότι «δεν μπορεί αυτό το φαινόμενο να αντιμετωπιστεί με αυτόν τον τρόπο. Γιατί όσο περνάει ο χρόνος θα αυξάνεται το πρόβλημα και εμείς θα συνεχίσουμε να αντιμετωπίζουμε επιμέρους καταστάσεις και μόνο αυτές».

Τονίζοντας την ανάγκη μιας ενιαίας και ολοκληρωμένης δραστηριότητας ο Πρόεδρος του ΤΕΕ είπε ότι «είναι σημαντικό να υπάρχει μία στρατηγική στην επίλυση του προβλήματος, να υπάρχει μία συγκεκριμένη κατεύθυνση στην επίλυση του προβλήματος. Καλό είναι να λύσουμε μεταξύ μας τις διαφορές, και εννοώ και τις επιστημονικές διαφορές που έχουμε. Επομένως θα συνεργαστούμε όλοι οι επιστήμονες, όλοι όσοι ασχολούνται με το συγκεκριμένο πρόβλημα να βρούμε τις εφικτές λύσεις, και στη συνέχεια να πολεμήσουμε όλοι μαζί έτσι ώστε αυτά τα έργα να μπουν σε απόλυτη προτεραιότητα και να χρηματοδοτηθούν».

Σημείωσε, δε, πως «αν χάσουμε τις ακτές μας θα έχουμε ένα σημαντικό μειονέκτημα έναντι του ανταγωνισμού αλλά είναι και κάτι το οποίο είναι πραγματικά πολύτιμο και οι Έλληνες πολίτες δεν θέλουν να χάσουν», είπε ο Γ. Στασινός. «Ο τουρισμός μας, -συνέχισε ο ίδιος- σύμφωνα με στοιχεία που παρουσιάστηκαν σε πρόσφατη ημερίδα του ΣΕΤΕ, πάει πάρα πολύ καλά και περιμένουμε από 28 εκατομμύρια τουρίστες που είχαμε φέτος, 30 εκατομμύρια τουρίστες του χρόνου και μάλλον θα πάει ανοδικά η κίνηση του τουρισμού τα επόμενα χρόνια. Στα συγκριτικά πλεονεκτήματα της Ελλάδας για την προσέλκυση του τουρισμού, τόνισε ο Πρόεδρος του ΤΕΕ είναι ο πολιτισμός της, η θάλασσα, ο ήλιος και ανάμεσα σε όλα αυτά είναι και οι ακτές της».

ΚΛΙΜΑΤΙΚΗ ΑΛΛΑΓΗ ΚΑΙ ΒΙΑΙΕΣ ΑΝΘΡΩΠΙΝΕΣ ΠΑΡΕΜΒΑΣΕΙΣ

Λύσεις που θα απαντούν σε όλο το φάσμα του προβλήματος, θεσμικό, περιβαλλοντολογικό, τεχνικό, χρηματοδοτικό και άλλα ζητήματα, πρότεινε ο Νίκος Χιωτάκης, μέλος του ΔΣ της ΚΕΔΚΕ, απευθύνοντας χαιρετισμό. Χαιρετίζοντας την πρωτοβουλία του ΤΕΕ, ο εκπρόσωπος της ΚΕΔΚΕ είπε ότι το θέμα της διάβρωσης των ακτών απασχολεί τους περισσότερους δήμους της χώρας, αφού οι 12 από τις 13 Περιφέρειες διαθέτουν σε μικρότερο ή μεγαλύτερο μήκος παράκτιο μέτωπο που συνολικά έχει υπολογιστεί στα 16.000 ακτογραμμής στο σύνολο της χώρας. 13 είναι οι Περιφέρειες της Ελλάδας, οι 12 έχουν ακτές.

«Η διάβρωση των ακτών και η σταδιακή εισχώρηση της θάλασσας στη στεριά αποτελεί ένα πρόβλημα με σοβαρές επιπτώσεις στο περιβάλλον, στην οικονομία, στην τοπική κοινωνία, αφού επηρεάζει αρνητικά το οικοσύστημα, τους παράκτιους οικισμούς και τις οικονομικές δραστηριότητες που αναπτύσσονται στην παράκτια ζώνη με ιδιαίτερες επιπτώσεις στον τουρισμό, τις μεταφορές αλλά και σε κάθε άλλη δραστηριότητα που συναντάμε στη ζώνη αυτή» είπε ο κ. Χιωτάκης και σημείωσε ότι «το φαινόμενο παίρνει μεγαλύτερες διαστάσεις τα τελευταία χρόνια λόγω και της κλιματικής αλλαγής αλλά και των βίαιων ανθρώπινων παρεμβάσεων που διαταράσσουν τη λειτουργία του κάθε οικοσυστήματος, απειλεί την ασφάλεια του πληθυσμού και δοκιμάζει τις αντοχές των παράκτιων υποδομών και έχει άμεσες ή έμμεσες επιπτώσεις σε όλες τις δραστηριότητες που αναπτύσσονται στην παράκτια ζώνη».

Ο εκπρόσωπος της ΚΕΔΕ ανέφερε στοιχεία για την έκταση και τις επιπτώσεις του φαινομένου, σύμφωνα με τα οποία: 
-Στην Ελλάδα τουλάχιστον στο 28% των ακτών παρατηρείται διάβρωση.
-Η ακτογραμμή υποχωρεί κάθε χρόνο, που σημαίνει πως για κάθε μέτρο παραλίας χάνουμε πάνω από 1 τετραγωνικό μέτρο παράκτιας ζώνης ετησίως.
-Από τα 16.000 χιλιόμετρα στα οποία εκτείνονται οι ελληνικές ακτές, περίπου τα 7.000 χιλιόμετρα είναι αμμώδεις παραλίες. Περιοχές με χαμηλή κλίση, δέλτα ποταμών, λιμνοθάλασσες και άλλα παράκτια οικοσυστήματα. Τα σημεία αυτά είναι τα πιο ευάλωτα στην άνοδο της στάθμης της θάλασσας. Τα φαινόμενα αυτά αναμένονται να ενταθούν τα επόμενα χρόνια, γιατί απλά εντείνονται και οι αιτίες που τα προκαλούν.
-Η στάθμη της θάλασσας αναμένεται να ανυψωθεί σημαντικά. Η ζήτηση του νερού αυξάνεται συνεχώς, με συνέπεια την ανάγκη κατασκευής φραγμάτων.
-Η ήδη σημαντική ανθρώπινη παρέμβαση είναι σταθερά αυξανόμενη, λόγω της υψηλής κοινωνικοοικονομικής σημασίας της παράκτιας ζώνης.
-Οι ανταγωνιστικές χρήσεις γης και οι επιπτώσεις όλων αυτών των δραστηριοτήτων, έχουν ως συνέπεια να ασκούνται σημαντικές πιέσεις στο παράκτιο περιβάλλον.

Τονίζοντας ότι το φαινόμενο της διάβρωσης των ακτών είναι περιβαλλοντολογικό αλλά και κατά κύριο λόγο οικονομικό, το οποίο στοιχίζει ακριβά στην περιβαλλοντολογική ισορροπία και στην οικονομία της χώρας ο κ. Χιωτάκης παρουσίασε στοιχεία του καθηγητή Πολυτεχνείου Κρήτης Κώστα Συνολάκη, από ερευνητικό πρόγραμμα που υλοποίησε το Πολυτεχνείο Κρήτης σε συνεργασία με το ΕΛΚΕΘΕ σύμφωνα με τα οποία «στα Χανιά μόνο εξαιτίας της διάβρωσης των ακτών, χάνονται 20 στρέμματα παραλίας. Κάθε τετραγωνικό εκμετάλλευσης της παραλίας εισφέρει 10 ευρώ την ημέρα. Υπολογίστηκε λοιπόν ότι με την εμφάνιση του φαινομένου χάνονται 2 εκατομμύρια ευρώ ετησίως». Ο εκπρόσωπος της ΚΕΔΕ παρουσίασε συγκεκριμένες προτάσεις για την αντιμετώπιση του φαινομένου, τονίζοντας ότι χρειάζεται αποσαφήνιση των θεσμικών αρμοδιοτήτων της αυτοδιοίκησης. «Πρέπει από την πλευρά της πολιτείας, μέσα από τις νομοθετικές πρωτοβουλίες, μέσα από το χωροταξικό σχεδιασμό της χώρας, μέσα από την επόμενη συνταγματική αναθεώρηση, αν απαιτείται να ξεκαθαρίσουν οι αρμοδιότητες, οι χρήσεις και η διαχείριση των παράκτιων περιοχών» είπε ο κ. Χιωτάκης τονίζοντας ότι: «Δεν μπορεί σε μία χώρα που ο πλούτος της είναι η θάλασσα και οι ακτές της, να κυνηγάει ο ένας τον άλλον για τις αρμοδιότητες και τις ευθύνες».

Ο ίδιος εξήγησε ότι:

-«Είναι γεγονός ότι η χάραξη της γραμμής του αιγιαλού υπολογίζεται με τη μέγιστη αναρρίχηση του χειμέριου κύματος. Λόγω της διάβρωσης η αναρρίχηση αυτή προωθείται προς το εσωτερικό της παράκτιας ζώνης και συνεπώς μεταβάλλεται και πρέπει να επαναοριοθετείται τακτικά η χάραξη της γραμμής του αιγιαλού. Δεν είναι λίγες οι φορές που αιρετοί της τοπικής αυτοδιοίκησης ή Πρόεδροι Δημοτικών Λιμενικών Ταμείων, απειλούνται ακόμα και με σύλληψη ή συλλαμβάνονται εξαιτίας παραβάσεων αποκατάστασης ζημιών στο παράκτιο μέτωπο, φροντίζοντας για την άρση των επιπτώσεων και την ομαλοποίηση της κατάστασης. Και έρχεται το λιμενικό να τους συλλάβει, γιατί ιδιοκτησιακά ο χώρος ανήκει στο Υπουργείο Οικονομικών ή γιατί δεν έχει καθοριστεί η γραμμή του αιγιαλού, αλλά οι πολίτες απευθύνονται στα όργανα της τοπικής αυτοδιοίκησης, στο Δήμαρχο και στον Πρόεδρο».